Σάββατο 5 Απριλίου 2008

ISOLATION (II)

...συνέχεια

"Τι ήταν αυτό;" επαναλάμβανε συνεχώς ο Σ. χωρίς να σταματά να πηγαινοέρχεται πέρα δώθε στον κήπο σαν δαιμονισμένος. "Τι σκατά ήταν αυτό;" Ανάσαινε με δυσκολία, ενώ το βλέμμα του εξερευνούσε το χώρο προσπαθώντας να εντοπίσει κάτι που θα έδινε στη φρικαλεότητα που μόλις είχε αντικρίσει μια σταθερά, αποδεικνύοντας πως η γυναίκα αυτή δεν εμφανίστηκε από το πουθενά για να ξαναγυρίσει πάλι εκεί. Τίποτα. Η φαντασία του; Αποτέλεσμα της πολυήμερης και διαρκούς παρακολούθησης οθονών σε συνδυασμό με τον κακό ύπνο που έκανε τελευταία; Παράνοια οφειλόμενη στον εγκλεισμό; Όχι! Αρνιόταν να πιστέψει ότι η τόσο ζωντανή σκηνή που μόλις είχε παρακολουθήσει υπήρξε μόνο στο κεφάλι του. "Υπάρχει σίγουρα κάποια εξήγηση." Είπε σχεδόν ψιθυριστά. Άρχισε να ψηλαφίζει τους μαντρότοιχους σίγουρος πως θα έβρισκε μια κρυφή πόρτα. Και πάλι τίποτα.
Το πρώτο φως της ημέρας τον βρήκε να κάθεται στο χορτάρι προσπαθώντας μάταια να βάλει σε κάποια τάξη τα γεγονότα στο μυαλό του χρησιμοποιώντας την κοινή λογική. Παρακολούθησε τον ουρανό να αλλάζει χρώματα πάνω από το κεφάλι του. Ήταν παράξενο αλλά ήταν η πρώτη φορά που έβλεπε τον ουρανό από τότε που μπήκε στο δωμάτιο εδώ και ένα μήνα. Το θέαμα τον ηρέμησε κάπως και όταν τα αστέρια σβήστηκαν από το φως της αυγής αποφάσισε να μπει μέσα.
Άνοιξε τον υπολογιστή ψάχνοντας κάποιο μήνυμα από τους "έξω". Δεν υπήρχε τίποτα. Πετάχτηκε νευρικά μόλις ακούστηκε ένας ήχος, ο οποίος προς μεγάλη του ανακούφιση ήταν ο ήχος της ειδικής θυρίδας. Ήταν η ώρα του πρωινού. Το μόνο σίγουρο ήταν πως η όρεξή του είχε εξαφανιστεί εντελώς, ήταν όμως θέμα αυτοσυντήρησης να βάλει κάτι στο στόμα του. Άνοιξε τη θυρίδα και αυτό που είδε τον έκανε να βάλει τα χέρια του στο πρόσωπό του, ενώ τα γόνατά του λύγισαν από τον τρόμο. Στον άδειο δίσκο του φαγητού ένα ζευγάρι μάτια και 32 ολόλευκα δόντια σχημάτιζαν ένα χαμογελαστό πρόσωπο.

Ημέρα 32η
Ο Σ. σηκώθηκε από το κρεβάτι του χωρίς να έχει καταφέρει για ακόμα μία νύχτα να κάνει έναν αξιοπρεπή ύπνο. Πήγε στο μπάνιο και αντίκρισε στον καθρέφτη έναν αξύριστο νέο άντρα να τον κοιτά με κόκκινα μάτια και αισθάνθηκε μεγάλη θλίψη που είχε αφήσει τον εαυτό του να φτάσει σε αυτή την κατάσταση. Έριξε κρύο νερό στο πρόσωπό του και πήγε στον υπολογιστή. Έστειλε μήνυμα στους "έξω". "Θέλω να βγω. Παραιτούμαι από το γαμημένο το πείραμά σας. Δε θέλω δεκάρα. Θέλω μόνο να πάω σπίτι μου." Πήγε στην κουζίνα και έφτιαξε έναν καφέ. Γυρνώντας, ένα καινούριο txt αρχείο είχε κάνει την εμφάνισή του στην επιφάνεια εργασίας. Το άνοιξε με λαχτάρα. "Δεν έχεις να πας πουθενά. Αυτό είναι το σπίτι σου τώρα." Ένιωσε να χάνεται η γη κάτω από τα πόδια του. Είχε σχηματίσει στο μυαλό του τη θεωρία ότι το πραγματικό πείραμα ήταν να τον υποβάλουν σε τεχνικά κατασκευασμένη τρομοκρατία για να δουν πόσο θα αντέξει. Τώρα ήταν πλέον φανερό πως για λόγους άγνωστους στον ίδιο, τον είχαν απαγάγει! Ήταν καιρός να αφήσει στην άκρη της θεωρίες που αφορούσαν τα πως και τα γιατί και να συγκεντρώσει όλη τη σκέψη και την ενέργειά του σε έναν και μόνο στόχο. Έπρεπε να το σκάσει από εκεί μέσα.

Ημέρα 35η
Τρεις μέρες περάσαν από το τελευταίο μήνυμα των "έξω" και η πρόοδος που είχε κάνει στο θέμα της απόδρασής του ήταν μηδαμινή. Καταρχήν δεν είχε βρει ένα τρόπο να καλύψει τις κάμερες. Ήταν τοποθετημένες στις ακμές του ταβανιού με τους τοίχους και προστατεύονταν από άθραυστο τζάμι. Θα μπορούσε να τις καλύψει με κάποιο χαρτί αλλά δεν είχε σκεφτεί πως θα μπορούσε να στερεώσει το χαρτί σε αυτό το ύψος, καθώς δεν είχε ούτε ούτε κόλλα, ούτε ταινία, ούτε κάτι που θα έκανε για τη δουλειά. Εξάλλου κάτι τέτοιο θα γινόταν αμέσως αντιληπτό από τους "έξω". Βέβαια, σε μια έσχατη λύση θα μπορούσε με αυτό τον τρόπο να τους αναγκάσει να μπουν στο δωμάτιό του για να αποκαταστήσουν το πρόβλημα και να παλέψει σώμα με σώμα για την ελευθερία του. Αλλά εφόσον δεν γνώριζε ούτε τον αριθμό, ούτε της δυνατότητες των εχθρών του, κάτι τέτοιο δε μπορούσε να είναι η πρώτη του επιλογή. Επίσης, δεν είχε καταφέρει να εντοπίσει κάποια πιθανή έξοδο διαφυγής. Εκτός από την πόρτα, η οποία φαινότανε πολύ ανθεκτική, η μόνη εναλλακτική ήταν οι μαντρότοιχοι. Και εκεί όμως υπήρχαν προβλήματα. Ήταν πολύ ψηλοί και λείοι για να μπορέσει να τους σκαρφαλώσει χωρίς βοήθεια και αν μετακινούσε έπιπλα από το σπίτι θα γινόταν αντιληπτός και θα έχανε πολύτιμο χρόνο μέχρι να τα μεταφέρει στον κήπο. Αλλά ακόμα και αν κατάφερνε να σκαρφαλώσει στον τοίχο κανείς δεν του εξασφάλιζε ότι θα μπορούσε να διαφύγει χωρίς να παγιδευτεί σε κάποιον άλλο χώρο του ιδρύματος. Η τρίτη λύση ήταν να φωνάξει για βοήθεια αλλά την είχε απορρίψει αμέσως, αφενός γιατί ήταν σίγουρος πως οι "έξω" θα είχαν φροντίσει να είναι πλήρως απομακρυσμένος ο χώρος από περαστικούς και αφετέρου γιατί δεν ήθελε να τους δώσει την ικανοποίηση να τον βλέπουν από τις κάμερες να ουρλιάζει με απόγνωση. Πάντως μέχρι να καταλήξει σε μια λύση αποφάσισε να προσπαθήσει να αποσπάσει όσες πληροφορίες μπορούσε από τους "έξω". Μέχρι στιγμής, αν και ιδιαίτερα λακωνικοί έδειχναν να θέλουν να επικοινωνούν μαζί του. Πήγε λοιπόν στον υπολογιστή και έστειλε την ερώτηση. "Γιατί με κρατάτε εδώ;"

Ημέρα 37η
Καμιά απάντηση δεν είχε έρθει εδώ και δυο μέρες. Και λογικό ήταν. Για όποιο λόγο και να τον κρατούσαν δεν θα του τον αποκάλυπταν. Τότε αποφάσισε να κάνει άλλη μια ερώτηση. "Ποια ήταν αυτή η γυναίκα; Τι της κάνατε;" Αυτή τη φορά μετά από μισή ώρα ήρθε η απάντηση. "Ήταν η ένοικος του δωματίου 2. Δεν τις κάναμε τίποτα. Μόνη της έκανε ότι έκανε στον εαυτό της. Ανυπομονούμε να δούμε τι θα κάνεις εσύ!" Σωστά! Είχε ξεχάσει ότι δεν ήταν ο μοναδικός που συμμετείχε στο φοβερό αυτό πείραμα. Άλλοι 9 εθελοντές είχαν γίνει δεκτοί. Τι να συνέβη στους άλλους; Αν αυτά που έλεγε το μήνυμα ήταν αλήθεια ήταν φανερό πια ότι οι φύλακές τους είχαν σκοπό να τους οδηγήσουν στην αυτοεξόντωση! Με τα νεύρα του διαλυμένα ο Σ. έγραψε ένα μήνυμα με βρισιές και τους το έστειλε. Λεπτά αργότερα ακούστηκε ο ήχος της ειδικής θυρίδας. "Δεν είναι ώρα φαγητού" σκέφτηκε. Με επιφύλαξη άνοιξε τη θυρίδα προετοιμασμένος για το χειρότερο. Αντί όμως για τα φρικιαστικά πράγματα που περίμενε να αντικρίσει, το μόνο που υπήρχε στο δίσκο ήταν ένα διπλωμένο χαρτάκι. Το άνοιξε και το διάβασε δυνατά. "Φαγητό τέλος!". Ο κόμπος είχε φτάσει στο χτένι. Τόσες μέρες, παρά τα όσα είχαν συμβεί, η διατροφή του παρέμεινε σταθερή και σε ποσότητα και σε ποιότητα. "Φαίνεται τα καθάρματα κατάλαβαν ότι δεν μπορούν να με σπάσουν και αποφάσισαν να με οδηγήσουν στη λιμοκτονία". Σκέφτηκε ο Σ. Κόκκινος από οργή άρπαξε την πολυθρόνα και άρχισε να κοπανάει με λύσσα οτιδήποτε βρισκόταν στο χώρο. Σε λίγο κείτονταν στο πάτωμα τα συντρίμμια του υπολογιστή, του διαδρόμου και της τηλεόρασης. Όταν η καταστροφική του μανία καταλάγιασε, έκατσε σε μια γωνιά να ξαναβρεί την ανάσα και την ψυχραιμία του. "Πρέπει να βγω από εδώ αύριο κιόλας" σκέφτηκε και η ματιά του καρφώθηκε σε ένα κομμάτι λαμαρίνας, που κάποτε άνηκε στο διάδρομο και τώρα αποκολλημένο από το κυρίως σώμα του οργάνου γυμναστικής βρισκόταν στην άλλη γωνιά του δωματίου.

Ημέρα 38η
"Είμαι ηλίθιος! Πως δεν το σκέφτηκα νωρίτερα!" είπε ο Σ. από μέσα του. Είχε μόλις βρει τον τρόπο να καλύψει τις κάμερες. Ήταν πια αποφασισμένος. Ο μόνος τρόπος που υπήρχε για να βγει από εκεί μέσα ήταν από την πόρτα! Θα κάλυπτε τις κάμερες και όταν οι έξω εμφανίζονταν για να δουν τι σκαρώνει θα τους όρμαγε με λύσσα με το μεταλλικό κομμάτι του διαδρόμου για όπλο. Πιθανότατα ήταν μια χαμένη μάχη αλλά οτιδήποτε ήταν καλύτερο από το να περιμένει να πεθάνει από την ασιτία. Και έπρεπε να δράσει άμεσα προτού η πείνα τον καταβάλλει και χάσει τις δυνάμεις του. Χρησιμοποιώντας το τραπέζι της κουζίνας, το μόνο έπιπλο που είχε απομείνει άθικτο, σκαρφάλωσε στην ακμή του ταβανιού με τον τοίχο και κάλυψε το προστατευτικό τζάμι της κάμερας με αφρό ξυρίσματος. Επανέλαβε σε όλες τις κάμερες και κρατώντας σαν ρόπαλο το μεταλλικό κομμάτι στήθηκε μπροστά στην πόρτα. "Ο πρώτος που θα περάσει δε θα έχει καλό τέλος" σκέφτηκε, ενώ οι μύες του προσώπου του συσπάστηκαν από την αγωνία. Μερικά λεπτά αργότερα, που όμως του φάνηκαν αιώνες, ακούστηκε ήχος κλειδιού και η πόρτα άνοιξε. Με περίσσευμα θάρρους να πηγάζει από την απελπισία του, ο Σ. όρμησε στον άντρα που εμφανίστηκε από την πόρτα.

Ο Σ. σταμάτησε ξαφνιασμένος απότομα. Ήταν ο φίλος του ο Μ. Οι δυο άντρες κοιτάχτηκαν κατάματα για λίγη ώρα και κανείς δεν μπορούσε να μιλήσει από την έκπληξη. Πρώτος έσπασε τη σιωπή ο Σ. "Ήρθες να με σώσεις;"
"Από τι να σε σώσω;" αποκρίθηκε ο Μ. με την έκπληξή του να μεγαλώνει. Και συνέχισε "Και μπορείς να μου πεις γιατί διέλυσες το σπίτι σου;"
"Ποιο σπίτι μου ρε μαλάκα! Πως βρέθηκες εσύ εδώ;" Απάντησε οργισμένα ο Σ. που δεν είχε ακόμα αφήσει το μεταλλικό κομμάτι.
"Με πήρε ο γιατρός σου ο Λιοπίδης και μου είπε ότι έχει καιρό να σου γράψει καινούρια συνταγή για τα φάρμακά σου. Μα καλά μαλάκας είσαι; αφού ξέρεις τι γίνεται όταν σταματάς να τα παίρνεις." είπε ο Μ. με οργισμένο ύφος.
"Λες ψέματα! Είσαι μαζί τους!" ούρλιαξε ο Σ.
"Μαζί με ποιους; Πας καλά μωρέ; Ξέρεις ότι στη διπλανή πολυκατοικία βρέθηκε το πτώμα μιας γυναίκας σε αποσύνθεση με παραμορφωμένο το πρόσωπο; Ελπίζω να μην έχεις κάνει κάτι εσύ." απάντησε ο Μ.
"Αυτοί το κάνανε! Αυτοί που με έκλεισαν εδω μέσα! Ο Λιοπίδης και οι άλλοι! Μου είπαν ότι το έκανε μόνη της στον εαυτό της. Είδα το φάντασμά της ένα βράδυ στον κήπο!" είπε ο Σ. με ακόμα μεγαλύτερη ένταση.
"Ποιοι μωρέ! Ωχ θεέ μου τι έκανες πάλι! Έλα, πάμε στον Λιοπίδη να σε ηρεμήσει και μετά θα δούμε τι θα κάνουμε." είπε απογοητευμένος ο Μ. και γύρισε προς την πόρτα.
"Είσαι μαζί τους πούστη!" φώναξε ο Σ. και άρχισε να τον χτυπάει με μανία στο κεφάλι. Δεν σταμάτησε παρά μόνο όταν το κρανίο του δύστυχου άνδρα είχε γίνει ένα άμορφο μείγμα από ματωμένες σάρκες και σπασμένα κόκαλα. Τότε ο Σ. ξεχύθηκε έξω και άρχισε να τρέχει. Ξαφνικά βρέθηκε σε έναν πολύ γνωστό του δρόμο.
"Είμαι σπίτι μου!" είπε από μέσα του. "Ούτε που θυμάμαι πως ήρθα ως εδώ!" Για πρώτη φορά εδώ και πολλές μέρες ένιωσε ασφαλής. Χαμογελώντας άνοιξε την εξώπορτα και περπάτησε ως την είσοδο του ισόγειου διαμερίσματός του. Η πόρτα ήταν ανοιχτή...

9 σχόλια:

Λωτοφάγος είπε...

Εκπληκτικό! Δεν περίμενα τέτοιο τέλος! Έχεις ταλέντο, μικρέ. Για ψάξε το λίγο.

Spoul είπε...

Φοβερό τέλος, ήθελε λίγο περιποίηση βέβαια, αλλά ήταν πάρα πολύ καλό. Συγχαρητήρια!

γ.κ. είπε...

και εγώ στο τέλος θα σταθώ -ήταν αναπάντεχο!

καλό απόγευμα

sergios είπε...

Ευχαριστώ θείε Λωτοφάγε! Το ψάχνω αλλά δεν το βρίσκω γαμώτο!

Ευχαριστώ spoul, έχεις δίκιο για το τέλος. Θα το βελτιώσω όμως στα άπαντα μου!

ψουξ, διοργανώνω και καταπληκτικά surprise parties! Θα ξαναβρεθούμε

Disillusa είπε...

Εμένα μου άρεσε και το τέλος και ο τρόπος που γράφεις: το κείμενο διαβάζεται εύκολα κι έτσι το ενδιαφέρον κρατιέται αμείωτο...Συγχαρητήρια!

αθεόφοβος είπε...

Παρα πολύ ωραιά δοσμένη ιστορία.
Μου θύμισες κάτι που είχα γράψει και εγώ στο παρελθόν.
http://atheofobos.blogspot.com/2006/10/blog-post_30.html

sergios είπε...

@ disillusa: Ευχαριστώ πολύ!

@ αθεόφοβε: Ευχαριστώ επίσης! Ανατριχιαστική η ιστορία σου.

Ο άλλος είπε...

Το γράψιμο είναι λύτρωση και πολλές φορές αποκαλύπτει. Στην προκειμένη περίπτωση αυτό που αποκαλύπτει είναι το ταλέντο σου

sergios είπε...

Άλλε, ένα μεγάλο ευχαριστώ